- αἰσθητοῖς
- αἰσθητόςsensiblemasc/neut dat plαἰσθητόςsensiblemasc/fem/neut dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μεσότητα — η (ΑM μεσότης) [μέσος] 1. η ιδιότητα τού μέσου, το να βρίσκεται κάτι στο μέσο άλλων δύο, η μεσαία ή κεντρική θέση, το κέντρο («χώρας τε καὶ ἄστεος μεσότητας», Πλάτ.) 2. μαθημ. ο μέσος όρος μιας αναλογίας («τὰ δὲ στερεὰ μία μὲν οὐδέποτε, δύο δὲ… … Dictionary of Greek
ВСЕЛЕНСКИЙ VII СОБОР — (II Никейский).Источники Акты (протоколы деяний) VII Собора сохранились со всеми приложениями в греч. оригинале. Старейшей рукописью греч. актов является Vatic. gr. 836 (XIII в.); рукописи XV XVI вв.: Vind. hist. gr. 29, Vatic. gr. 834, Vatic. gr … Православная энциклопедия